Κυριακή 14 Απριλίου 2019

Στην αγαπημένη μας Κατίνα!


Επιμέλεια: Κατερίνα Μπαχάρη-Κουτσουνά 
Πότε κιόλας πέρασαν 40 ημέρες, Κατίνα μου; Στου αχώρητου το δώμα ψάχνει η καρδιά μας να σε βρει! Στις αναμνήσεις μας καθώς ξεφυλλίζουμε τις σελίδες του υποσυνείδητου και τα άλμπουμ με τις φωτό. Δεν θέλουμε να πιστέψουμε ότι έφυγες βιαστικά από κοντά μας, έτσι χωρίς να προλάβεις να κουβεντιάσεις μαζί μας, να φας το αγαπημένο σου γλυκό, να χαρείς τη Μοφκίτσα σου, που πίστευες ότι θα σου χάριζε την ηρεμία που χρειαζόσουν. Μια ζωή ζεστάθηκες στον ήλιο της Μοφκίτσας, λούστηκες με τα νερά της, δροσίστηκες από τις πηγές της, περπάτησες το χώμα της και τις κοτρώνες της τις καβάληκες. Έκαμες όλα, δοκίμασες τουλάχιστον, όσα έκαναν όλες οι γυναίκες του χωριού. Νεροκουβαλήματα, πλυσίματα, ζυμώματα, θερίσματα, αλωνίσματα, σπορές, μαρτίνια, κλαρί για τα ζωντανά, λιομάζεμα, ξάσιμο κι ό,τι άλλο.
Μονάχα με ρόκα δε σε θυμήθηκα ποτέ ούτε στον αργαλειό να μπαίνεις.
Κι απάνου στον ανθό της νιότης σου, κάπου στα 18 ξενιτεύτηκες. Ως τα 70 του φευγιού σου έζησες στης ξενιτιάς τ´αφιλόξενα πολύβουα πλήθη, στης κακίας το θρόνο ολημερίς. Κατάφερες να δημιουργήσεις φιλίες στη δουλειά και οικογένεια. Ζέστανες κάπως την παγωμένη ανάγκη του ξενιτεμού σου κι έκαμες τη Μελβούρνη δεύτερη πατρίδα σου! Κι αφού φιλοξένησε το σκήνωμά σου έγινε κι η παντοτινή σου. Η ζωή σου εκεί δεν ήταν εύκολη! Οχιές πέταγαν το πικρό, φαρμακερό τους δηλητήριο κι εσύ χωρίς απόγνωση εξοστράκιζες την κακία μέχρι που κουράστηκες κι όλο το φαρμάκι χύθηκε στην πονόψυχη αρχοντιά σου κι η καρδιά σου μάτωσε. Και ματωμένη ακόμα σερνόσουν, σερνόσουν με την ελπίδα παραμάσκαλα και υπέμενες απέλπιδα ελπίζοντας..! Ακόμα και δικοί σου άνθρωποι σε πλήγωναν ακόμα κι όταν γνώριζαν ότι δεν είχες ελπίδα. Πόσο κακοί είναι, Θεέ μου, οι άνθρωποι!
Εσύ όμως τους συγχώρησες κι έφυγες ήσυχη μέσα στο βαθύ σου πόνο.
Κρέμασες απρόθυμα τις κουτάλες της ζωής και παρέδωσες την κατσαρόλα. Ήξερες!
Στραγγίσανε τα όνειρα! Μείνανε πίσω τα παιδιά και τ´αγγόνια, που τ´ανάστησες όλα με αγάπη και φροντίδα. Ακόμα και στα τελευταία σου ετοίμαζες φαγητό γι αυτά.
Πώς είναι αλήθεια στον καινούργιο σου κόσμο; Σίγουρα θα είναι καλύτερα εκεί!
Μάνα, πατέρας, γιαγιάδες παππούδες, θείοι, ξαδέλφια, ανήψι, θ´ανοιξαν ζεστές αγκαλιές για πάρτη σου και θα ´στρωσαν τραπέζι υποδοχής.
Τους κουβάλησες αρώματα από τη Μοφκίτσα: Σκίντα, πουρνάρια, αφάνες, γκορτζιές, ασφάλαχτα, σπάρτα, ασφάκες, ολόγιομα κατακίτρινα ανθάκια, ολόφωτοι πολυέλαιοι στο πράσινο των βουνών μας! Αχ, να προλάβαινες και τις κουτσουπιές!
Το λιλά της αγάπης σου δώρο στον επιτάφιο της ψυχής σου!
Στο καντηλάκι σου λάδι από τα Κριάκουρα. Στο σπερνό σου ξένο στάρι. Ο Καλός και τ´ άλλα σταροχώραφα ρήμαξαν ακαλλιέργητα. Η Μοφκίτσα σου, η Μοφκίτσα μας, που τόσο αγαπήσαμε ξόφλησε, το είδες κι εσύ με τα μάτια σου, ξόφλησε από χειρόνακτες, ξόφλησε κι από θημωνιές. Τ´αλώνια ρημαγμένα κουκουλώθηκαν από αγριόχορτα και θάμνους. Μόνο στη μνήμη μας χλιμιντρίζουν πλέον τ´άλογα στο μεσιανό το στύλο πηλαλώντας κάθιδρα ολόγυρα στ´αλώνι. Και το καμτσίκι π´ανέμιζε παροτρυντικά στον αγέρα, κείτεται κι αυτό άχρηστο με τα χαρέρια, τα φτυάρια, τα δικράνια, τα κόσκινα, τις αλωγανιές..!
Σε λίγες μέρες ο Αη -Γιώργης στη γιορτή του θάχει ξαπλωμένες τις παπαρούντες, κόκκινες, άσπρες και πορτοκαλί, τις άγριες ορχιδέες κι ούλα τ´αγριολούλουδα με τις πολύχρωμες φορεσιές τους... Η τραγουλιά μοσκοβολάει ακόμα μέσα μου! Πόσα χρόνια έχω να μυρίσω τραγουλιά! Οι ελιές έδεσαν κιόλας και τα πουρνάρια τον καρπό τους. Οι γκορτζιές στις Αγραπιδούλες κι εκείνες θα ´χουν αρχίσει να τινάζουν τ´άνθια τους. Τα ρείκια φορτωμένα ανθούς χαιρετάνε τους βηματισμούς μας και οι τρικωκιές φουντώνουν ανθισμένη νοστιμάδα. Τα πουρνάρια γιομάτα ροδάμι και τα πεύκα γκαστρωμένα πλούσια γύρη την τινάζουν αλύπητα στο πρώτο φύσημα του αγέρα.
Τ´αστέρια της Μοφκίτσας τρεμοσβήνουν, καντηλέρια υποδοχής της δικής σου ψυχούλας. Η Ετιά και η Πέρα βρύση ξεδιψούν ακόμα τους λιγοστούς διαβάτες.
Ένα αηδόνι στη ρεματιά μίλησε τ´όνομά σου στο τραγούδι του. Δε θα σε ξεχάσουμε ποτέ όσο θα ζούμε, αγαπημένη μας! Αιωνία σου η μνήμη!

Για την αντιγραφή: Μάνθος Κατσάμπουλας