Τρίτη 16 Απριλίου 2019

Ο ΠΟΝΟΣ ΤΟΥ ΧΑΜΟΥ


Επιμέλεια Κατερίνα Μπαχάρη-Κουτσουνά
Για την αντιγραφή Μάνθος Κατσάμπουλας

Συγκλονίζει το ποίημά της Κατερίνας. Με τη δύναμη και την ομορφιά των στίχων του αλλά και με τη δραματικότητα που περικλείει καθώς η ψυχή δοκιμάζει δυνατές συγκινήσεις θρηνώντας για την αναπάντεχη καταστροφή ενός από τα πιο σπουδαία μνημεία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς και εκφράζει τον πόνο και την οδύνη ολόκληρης της ανθρωπότητας !
Ποιος αλήθεια μπορεί να μείνει ασυγκίνητος μπροστά σε μια τέτοια τραγωδία; Και πώς να εξηγήσεις τα ανεξήγητα; Είναι μια από τις ειδήσεις που δυσκολεύεσαι να πιστέψεις! Είναι οι στιγμές εκείνες που ο άνθρωπος νιώθει ανήμπορος να κάνει το οτιδήποτε... Γιατί τα γεγονότα τον... ξεπερνούν...
Πολλά συγχαρητήρια Κατερίνα!

Ο ΠΟΝΟΣ ΤΟΥ ΧΑΜΟΥ

Κλαίει απόψε το φεγγάρι, θρηνεί κι έβαλε πορφυρή στολή.
Στον Κουασιμόδο κάνει χάρη, που βλέπει απ´όξω και απειλεί.
Πυκνοί καπνοί ζώνουν το κτίριο. Οι φλόγες απειλούν τη γη.
Τι είναι ετούτο το μαρτύριο Νοτρ Νταμ που φίλεψε η αυγή;
Κι αν είν´τ´αστέρια να γελάνε είν´από λάθος του φακού
ή την Παρθένο τραγουδάνε σε ύψη ανάμεσα καπνού.
Κουασιμόδος στη γωνιά του θρηνεί, δεν έβγαλε μιλιά.
Μετά το πρώτο ξέσπασμά του κοιτάει, θυμάται τα παλιά.
Μαύροι καπνοί, κόκκινες φλόγες ζώνουν τα ύψη. Μαγικά
τα χρώματα σ´ουράνιο θόλο ξυπνούν θαμμένα μυστικά.
Βίκτωρ Ουγκώ στα θαύματά σου μια προφητεία φθονερή
βγήκε απ´το μυθιστόρημά σου κι έγινε τώρα φανερή.
Οι γκαργκουΐλες δαίμονές της, της εκκλησιάς της γοτθικής
δε θα ´χουν πλέον καμμιά αξία σα στάχτη όποιας ηθικής...
Ποια η αιτία τι μας νοιάζει, όποια και να ´ναι δε φελεί.
Κι αν τη γυρέψουν δε γυρίζει, η Παναγιά έχει πληγεί.
Απ´των ανθρώπων την αμέλεια, απ´ των δαιμόνων το χτικιό;
Απαλλαγή παίρνει η αφέλεια στου όνειρου το μαγειριό...
Η οικουμένη πιλατεύει με κλάμματα και προσμονή.
Την εκκλησιά του ο κόσμος θέλει, ας κάμει λίγη υπομονή!
Ιστορική εκκλησιά ,λυπούνται ακόμα και οι κεραυνοί.
Και οι βροντές ξεκλειδωμένες ´χάσαν κι εκείνες τη φωνή.
Μετουσιωμένη σε αγάπη η στάχτη ετούτη είν´ ιερή.
Για να θυμίζει στους ανθρώπους στιγμές που είναι ανιαροί.
Δεν την χωράει τάφου μάτι, σε τεφροδόχο πάνχρυση να μπει, τ´αστέρια να κοιτάζει ευθύς, ευχών, ελέους πάμβριθη να βγει.
Ας είχα θάμα να σε χτίσω, να ξεφυτρώσεις το πρωί,
σαν ένα αστέρι όπως ήσουν να λάμπεις νύχτες και αυγή.
Κάμε Ουγκώ την προσευχή σου, αλλού εγώ κι αλλού εσύ,
γράψε καινούργια ιστορία ολάκερη κι εγώ μισή...
Να σμίξουμε τα νοητά μας, βάλσαμο σκέψης και ψυχής
να γίνουν κάποια απ´τα όνειρά μας ιάματα αναψυχής.
Τι κλάμμα έβγαλε τ´αρμόνιο; Οι ψαλμωδίες οι γλυκές
φρίκης τους ήχους νανουρίσαν σαν ξενομάνες σ´αλυκές.
Βαρύ στολίδι του ναού σου όργανο εκκλησιαστικό,
κράτα καλά το ηχητικό σου σα σφραγισμένο μυστικό.
Με της Άγια Σοφιάς το θρήνο σμίξε ψυχή της Νότρ ε Ντάμ
κι οι δυο μια μέρα αναστηθείτε σ´ ύμνους δικαίου, κάντε μπαμ!
Γλυκά τα ουράνια επαγιδέψαν της αμαρτίας τους καπνούς,
γλυκά τις προσευχές παιδέψαν με τους ανθρώπους κοινωνούς!
Μοίρα κακή και τα σπουδαία γράφει να έχουν τελειωμό.
Την ομορφιά τους πανωραία σφραγίσαν δίχως γυρισμό.
Της πλάνης ζοφερή σου νύχτα, της αταξίας την πνοή
αγγελοδρόμοι αφουγκραστήκαν σε κουρασμένη αναπνοή.
Έργα Θεού, έργα ανθρώπων, έργα βαρύγδουπης ορμής,
λαλείστε σε αδαών τους τρόπους, σφραγείστε πράξεις εφορμής.
Φιλολογίες στα παρτέρια και πόνο μέσα στην ψυχή,
ας κοινωνήσουμε μ´αστέρια, με ύμνους και με προσευχή.
Άλλο κακό τέτοιο μη γίνει,  άλλη ιστορία μη γραφτεί.
Κουασιμόδοι, γκαργκουίλες να ζουν στη σκέψη μας καυτοί.
Συ, Παναγιά των Παρισίων, του κόσμου όλου Παναγιά
προστάτεψε από ´κει που πήγες μικρούς, μεγάλους μ´ευλογιά!
Η μνήμη μου θα σε κρατήσει πανίερό μου φυλαχτό,
μέχρι να ´ρθει να σε ξυπνήσει έν´αστεράκι ταιριαχτό.
Ένας Ουγκώ, μια ιστορία, ένα φιλάκι πεταχτό,
να ξεχαστεί και του χαμού σου η εικόνα και το ουρλιαχτό.



Παρουσίαση Βιβλίου! "Πικρό κρασί από σταφίδα"


Την Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2019, στο Polis Art Cafe, στην Αθήνα και την Πέμπτη 11 Απριλίου 2019 στη Βιβλιοθήκη - Μουσείο Λαϊκής Τέχνης και Ιστορίας του Δήμου Σαλαμίνας, έγινε η παρουσίαση του δεύτερου πονήματος του συμπατριώτη μας Λουκά Καρνέση "Πικρό κρασί από σταφίδα".

 Μια ιστορία που μας μεταφέρει πίσω στις αρχές του 1980, στο κλίμα της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, που ακόμα ψάχνει το δρόμο της ύστερα από μια ταραγμένη εποχή με εμφύλιο και δικτατορία. Σε μια επαρχιακή κωμόπολη, πέντε φόνοι χωρίς καμία σύνδεση μεταξύ τους και χωρίς φανερό κίνητρο, την αναστατώνουν. Η αστυνομία αδυνατεί να βρει στοιχεία που θα την οδηγήσουν στην εξιχνίαση του εγκλήματος. Έτσι επιστρατεύεται ένας ικανός άνθρωπος, με τεράστια εμπειρία και επιτυχίες στον τομέα των ανθρωποκτονιών, ο απόστρατος αξιωματικός Ηλίας Ανδρέου. Παράλληλα με τις προσπάθειες του συνταξιούχου αστυνόμου να αναζητήσει το δράστη ή τους δράστες, αναδεικνύονται κοινωνικές σχέσεις, αντιλήψεις και νοοτροπίες που χαρακτήρισαν την ελληνική κοινωνία τις προηγούμενες δεκαετίες. Στο τέλος θα δοθεί η λύση στο μυστήριο ή θα μείνει στο στόμα η γεύση του πικρού κρασιού;
Με έναν αυθεντικό ειρμό και χωρίς καμία επιτηδευμένη αγωνία ο Λουκάς Καρνέσης μας κερνάει "Πικρό κρασί από σταφίδα". Οι λάτρεις του μυθιστορήματος θα το απολαύσουν.
Λουκά θερμά συγχαρητήρια! Καλοτάξιδο!


Στιγμιότυπα από τις εκδηλώσεις παρουσίασης!

Κυριακή 14 Απριλίου 2019

Στην αγαπημένη μας Κατίνα!


Επιμέλεια: Κατερίνα Μπαχάρη-Κουτσουνά 
Πότε κιόλας πέρασαν 40 ημέρες, Κατίνα μου; Στου αχώρητου το δώμα ψάχνει η καρδιά μας να σε βρει! Στις αναμνήσεις μας καθώς ξεφυλλίζουμε τις σελίδες του υποσυνείδητου και τα άλμπουμ με τις φωτό. Δεν θέλουμε να πιστέψουμε ότι έφυγες βιαστικά από κοντά μας, έτσι χωρίς να προλάβεις να κουβεντιάσεις μαζί μας, να φας το αγαπημένο σου γλυκό, να χαρείς τη Μοφκίτσα σου, που πίστευες ότι θα σου χάριζε την ηρεμία που χρειαζόσουν. Μια ζωή ζεστάθηκες στον ήλιο της Μοφκίτσας, λούστηκες με τα νερά της, δροσίστηκες από τις πηγές της, περπάτησες το χώμα της και τις κοτρώνες της τις καβάληκες. Έκαμες όλα, δοκίμασες τουλάχιστον, όσα έκαναν όλες οι γυναίκες του χωριού. Νεροκουβαλήματα, πλυσίματα, ζυμώματα, θερίσματα, αλωνίσματα, σπορές, μαρτίνια, κλαρί για τα ζωντανά, λιομάζεμα, ξάσιμο κι ό,τι άλλο.
Μονάχα με ρόκα δε σε θυμήθηκα ποτέ ούτε στον αργαλειό να μπαίνεις.
Κι απάνου στον ανθό της νιότης σου, κάπου στα 18 ξενιτεύτηκες. Ως τα 70 του φευγιού σου έζησες στης ξενιτιάς τ´αφιλόξενα πολύβουα πλήθη, στης κακίας το θρόνο ολημερίς. Κατάφερες να δημιουργήσεις φιλίες στη δουλειά και οικογένεια. Ζέστανες κάπως την παγωμένη ανάγκη του ξενιτεμού σου κι έκαμες τη Μελβούρνη δεύτερη πατρίδα σου! Κι αφού φιλοξένησε το σκήνωμά σου έγινε κι η παντοτινή σου. Η ζωή σου εκεί δεν ήταν εύκολη! Οχιές πέταγαν το πικρό, φαρμακερό τους δηλητήριο κι εσύ χωρίς απόγνωση εξοστράκιζες την κακία μέχρι που κουράστηκες κι όλο το φαρμάκι χύθηκε στην πονόψυχη αρχοντιά σου κι η καρδιά σου μάτωσε. Και ματωμένη ακόμα σερνόσουν, σερνόσουν με την ελπίδα παραμάσκαλα και υπέμενες απέλπιδα ελπίζοντας..! Ακόμα και δικοί σου άνθρωποι σε πλήγωναν ακόμα κι όταν γνώριζαν ότι δεν είχες ελπίδα. Πόσο κακοί είναι, Θεέ μου, οι άνθρωποι!
Εσύ όμως τους συγχώρησες κι έφυγες ήσυχη μέσα στο βαθύ σου πόνο.
Κρέμασες απρόθυμα τις κουτάλες της ζωής και παρέδωσες την κατσαρόλα. Ήξερες!
Στραγγίσανε τα όνειρα! Μείνανε πίσω τα παιδιά και τ´αγγόνια, που τ´ανάστησες όλα με αγάπη και φροντίδα. Ακόμα και στα τελευταία σου ετοίμαζες φαγητό γι αυτά.
Πώς είναι αλήθεια στον καινούργιο σου κόσμο; Σίγουρα θα είναι καλύτερα εκεί!
Μάνα, πατέρας, γιαγιάδες παππούδες, θείοι, ξαδέλφια, ανήψι, θ´ανοιξαν ζεστές αγκαλιές για πάρτη σου και θα ´στρωσαν τραπέζι υποδοχής.
Τους κουβάλησες αρώματα από τη Μοφκίτσα: Σκίντα, πουρνάρια, αφάνες, γκορτζιές, ασφάλαχτα, σπάρτα, ασφάκες, ολόγιομα κατακίτρινα ανθάκια, ολόφωτοι πολυέλαιοι στο πράσινο των βουνών μας! Αχ, να προλάβαινες και τις κουτσουπιές!
Το λιλά της αγάπης σου δώρο στον επιτάφιο της ψυχής σου!
Στο καντηλάκι σου λάδι από τα Κριάκουρα. Στο σπερνό σου ξένο στάρι. Ο Καλός και τ´ άλλα σταροχώραφα ρήμαξαν ακαλλιέργητα. Η Μοφκίτσα σου, η Μοφκίτσα μας, που τόσο αγαπήσαμε ξόφλησε, το είδες κι εσύ με τα μάτια σου, ξόφλησε από χειρόνακτες, ξόφλησε κι από θημωνιές. Τ´αλώνια ρημαγμένα κουκουλώθηκαν από αγριόχορτα και θάμνους. Μόνο στη μνήμη μας χλιμιντρίζουν πλέον τ´άλογα στο μεσιανό το στύλο πηλαλώντας κάθιδρα ολόγυρα στ´αλώνι. Και το καμτσίκι π´ανέμιζε παροτρυντικά στον αγέρα, κείτεται κι αυτό άχρηστο με τα χαρέρια, τα φτυάρια, τα δικράνια, τα κόσκινα, τις αλωγανιές..!
Σε λίγες μέρες ο Αη -Γιώργης στη γιορτή του θάχει ξαπλωμένες τις παπαρούντες, κόκκινες, άσπρες και πορτοκαλί, τις άγριες ορχιδέες κι ούλα τ´αγριολούλουδα με τις πολύχρωμες φορεσιές τους... Η τραγουλιά μοσκοβολάει ακόμα μέσα μου! Πόσα χρόνια έχω να μυρίσω τραγουλιά! Οι ελιές έδεσαν κιόλας και τα πουρνάρια τον καρπό τους. Οι γκορτζιές στις Αγραπιδούλες κι εκείνες θα ´χουν αρχίσει να τινάζουν τ´άνθια τους. Τα ρείκια φορτωμένα ανθούς χαιρετάνε τους βηματισμούς μας και οι τρικωκιές φουντώνουν ανθισμένη νοστιμάδα. Τα πουρνάρια γιομάτα ροδάμι και τα πεύκα γκαστρωμένα πλούσια γύρη την τινάζουν αλύπητα στο πρώτο φύσημα του αγέρα.
Τ´αστέρια της Μοφκίτσας τρεμοσβήνουν, καντηλέρια υποδοχής της δικής σου ψυχούλας. Η Ετιά και η Πέρα βρύση ξεδιψούν ακόμα τους λιγοστούς διαβάτες.
Ένα αηδόνι στη ρεματιά μίλησε τ´όνομά σου στο τραγούδι του. Δε θα σε ξεχάσουμε ποτέ όσο θα ζούμε, αγαπημένη μας! Αιωνία σου η μνήμη!

Για την αντιγραφή: Μάνθος Κατσάμπουλας